Αποφάσεις Ευρωπαϊκών Δικαστηρίων και ΣτΕ


Α) Ευρωπαϊκά Δικαστήρια

Oικοδομικός Συνεταιρισμός των Υπαλλήλων της Τράπεζας της Ελλάδος
Οι Ευρωπαίοι δικαστές καταδίκασαν την Ελλάδα για παράνομη στέρηση της ακίνητης περιουσίας του Οικοδομικού Συνεταιρισμού.  Τα μέλη προσέφυγαν στο Ευρωδικαστήριο ζητώντας αποζημίωση 2,2 δισ. ευρώ (τόσο αποτιμήθηκε το ακίνητο) για υλική βλάβη και 100.000 ευρώ για ηθική βλάβη.
Η υπόθεση αφορά έκταση 7.353 στρεμμάτων γης καλλιεργούμενης χέρσας και με δασικές ζώνες που απέκτησε το 1966 ο Παραθεριστικός Συνεταιρισμός Υπαλλήλων της Τράπεζας της Ελλάδος στην Παλαιά Φώκαια Αττικής, με σκοπό την κατασκευή παραθεριστικών κατοικιών.
Ο νομάρχης έδωσε τότε σχετική έγκριση, ακολούθησε δύο χρόνια αργότερα έγκριση πολεοδομικής μελέτης από τον υπουργό Δημοσίων Εργων, αλλά εναντιώθηκε αργότερα ο υπουργός Γεωργίας, προβάλλοντας ιδιοκτησιακά δικαιώματα του Δημοσίου. Υστερα από 16ετή δικαστικό αγώνα ο συνεταιρισμός δικαιώθηκε για το ιδιοκτησιακό και το 1995 το υπουργείο Οικονομικών επέβαλε υψηλότατους φόρους 14,5 εκατ. ευρώ για το διάστημα 1982-1992, γεγονός που προκάλεσε νέα δικαστική διαμάχη, που εκκρεμεί ακόμα. Παράλληλα ένα τμήμα της έκτασης χαρακτηρίστηκε δασικό (παραμένει εκκρεμές στην Επιτροπή Δασικών Αμφισβητήσεων), ενώ μπήκαν νέοι μεγάλοι περιορισμοί δόμησης με Προεδρικό Διάταγμα προστασίας της Λαυρεωτικής.
Τις προσφυγές του συνεταιρισμού απέρριψε το ΣτΕ. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο καταδίκασε την Ελλάδα, διαπιστώνοντας ότι παραβιάστηκε το 1ο πρόσθετο πρωτόκολλο της ΕΣΔΑ (Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου), που προστατεύει τα περιουσιακά δικαιώματα, σε βάρος του συνεταιρισμού λόγω της μακρόχρονης στέρησης της περιουσίας του.
Tα αυστηρά κριτήρια του ΣτΕ και η συμπεριφορά των ελληνικών Αρχών επί δεκαετίες μετά την αγορά της γης διατάραξαν τη δίκαιη ισορροπία μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού συμφέροντος, λόγω στέρησης της ακίνητης περιουσίας.  Το ευρωδικαστήριο δέχθηκε ότι ο νόμιμος σκοπός της προστασίας της φυσικής - πολιτιστικής κληρονομιάς, όσο σημαντική και αν είναι, δεν απαλλάσσει το κράτος από την υποχρέωσή του να αποζημιώνει τους ενδιαφερόμενους, όταν είναι υπερβολική η προσβολή του δικαιώματος ιδιοκτησίας τους.
Το ευρωδικαστήριο υπογραμμίζει τη μεγάλη σημασία της προστασίας του περιβάλλοντος και ότι δεν θα έπρεπε να δίνεται απέναντί του προτεραιότητα στις οικονομικές επιταγές και έστω και σε ορισμένα θεμελιώδη δικαιώματα, όπως της ιδιοκτησίας, ιδίως όταν το κράτος έχει νομοθετήσει σχετικά.
Ωστόσο, περιορισμοί του δικαιώματος ιδιοκτησίας -συνεχίζει- μπορούν να είναι ανεκτοί μόνο υπό την προϋπόθεση σεβασμού μιας δίκαιης ισορροπίας μεταξύ των συμφερόντων (ατομικών και συλλογικών).
Στη συγκεκριμένη υπόθεση το Ευρωδικαστήριο δέχθηκε ότι παραβιάστηκε σε βάρος του συνεταιρισμού η δίκαιη ισορροπία που πρέπει να υπάρχει ανάμεσα στο δημόσιο και το ιδιωτικό συμφέρον και επιφυλάχθηκε να καθορίσει αποζημίωση και για υπερβολική διάρκεια των σχετικών δικών.
Η ευρωκαταδίκη αναμένεται να ανοίξει τον ασκό του Αιόλου για την καταβολή από το Δημόσιο και άλλων αποζημιώσεων σε συνεταιρισμούς -και όχι μόνο- με αδρανοποιημένη για μεγάλο διάστημα ακίνητη περιουσία.
Αποκρούοντας ουσιαστικά την ιδιαίτερα προστατευτική νομολογία του ΣτΕ (που στηρίζεται, πάντως, στο άρθρο 24 του Συντάγματος), το Ευρωδικαστήριο του Στρασβούργου έκρινε ότι η ελληνική Δικαιοσύνη, απορρίπτοντας προσφυγή του συνεταιρισμού, χρησιμοποίησε ιδιαίτερα αυστηρά κριτήρια, καθώς εξομοίωσε κάθε οικόπεδο που βρίσκεται εκτός αστικής ζώνης με οικόπεδο που προορίζεται για γεωργική, πτηνοτροφική, δασοπονική εκμετάλλευση ή για αναψυχή του κοινού.
Το κομβικό αυτό σημείο της "ευρωκαταδίκης" αφήνει ανοικτή τη δυνατότητα διεκδίκησης αποζημίωσης των ιδιοκτητών που υφίστανται πολύ σοβαρούς περιορισμούς και σε περιοχές εκτός σχεδίου, ιδίως όταν το ίδιο το κράτος έχει επιδείξει κατά καιρούς αντιφατική συμπεριφορά, επιτρέποντας την αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας.

Οικοδομικός Συνεταιρισμός Αναπήρων Πολέμου Αττικής
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο οποίο προσέφυγε ο Οικοδομικός Συνεταιρισμός Αναπήρων Πολέμου Αττικής, τους δικαίωσε.  Πρόκειται για τις αποφάσεις, 117309 της 13/07/206 και της 27/09/2007, που αφορούν στις υπ’ αριθμ. 35859/02 προσφυγές του Οικοδομικού Συνεταιρισμού Αναπήρων και Θυμάτων Πολέμου Αττικής προς το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Οι εκδοθείσες στο  Στρασβούργο αποφάσεις, δικαιώνουν τον Συνεταιρισμό των Αναπήρων και επιβάλλουν πρόστιμα σε βάρος του ελληνικού κράτους.  
Συγκεκριμένα, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου:
1. Επιδίκασε υπέρ των προσφευγόντων ιδιοκτητών το ποσό των 5.000.000 ευρώ ως αποζημίωση υλικής βλάβης συν τους φόρους.
2. Επιδίκασε στους προσφεύγοντες συλλογικά το ποσό των 40.000 ευρώ συν τους φόρους, για δικαστικά έξοδα.
Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου σε βάρος της Ελλάδος για τις ιδιοκτησίες του Υμηττού, ουσιαστικά αποκαλύπτουν αυτό που επί δεκαετίες έκρυβε το ελληνικό δημόσιο: ότι ο Οικοδομικός Συνεταιρισμός, κατέχει νομίμως ιδιωτική έκταση 100 στρεμμάτων στον Υμηττό. Σημειώνεται ότι γι’ αυτά τα 100 στρέμματα, στις αρχές της δεκαετίας του 1970 είχαν διεξαχθεί ομηρικές μάχες ακόμη και με κατοίκους, επειδή είχε επιχειρηθεί η καθ’ όλα νόμιμη ανοικοδόμηση κατοικιών από τους ιδιοκτήτες τους στις παρυφές του βουνού, όπου ευρίσκονται και οι εκτάσεις του Συνεταιρισμού. Ο τότε Δήμαρχος Χολαργού Αντώνης Πολύδωρας, είχε μάλιστα ζητήσει τη συνδρομή του τοπικού τύπου και άλλων φορέων της πόλης, για την αποτροπή ανέγερσης οικοδομών στον Υμηττό. Την ίδια στάση τήρησε και ο μετέπειτα Δήμαρχος Σ. Μαντάς, η δε πλειοψηφία των κατοίκων, χαρακτήριζε «καταπατητές του Υμηττού» τους νόμιμους ιδιοκτήτες των εκτάσεων του βουνού.

Αλλες αποφάσεις
Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου (6/12/2007) κατέστη τελεσίδικη στις 2/6/2008, σύμφωνα με την οποία το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) έκρινε ότι η εκ των υστέρων επιβολή περιοριστικών όρων δόμησης, σε εκτός σχεδίου άρτιες και οικοδομήσιμες ιδιοκτησίες, απαξιώνει νομίμως αποκτηθέντα περιουσιακά στοιχεία. Συγκεκριμένα, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο επελήφθη της υπ’ αριθμ. 14216/2003 προσφυγής κατά του ελληνικού δημοσίου που κατέθεσε η εταιρεία "Ζάντε Μαραθονήσι ΑΕ" για μια περιοχή που αγόρασε το 1972 στην εκτός σχεδίου περιοχή Μαραθονήσι στη Ζάκυνθο, για τουριστική αξιοποίηση με βάση τους ισχύοντες όρους δόμησης. Ακολούθησε η προσφιλής στο ελληνικό δημόσιο μέθοδος συνεχών περιοριστικών μέτρων που τελικά απαγόρευσαν κάθε δυνατότητα δόμησης. Η υπόθεση αυτή είναι ιστορικής σημασίας, μια και ανοίγει τον δρόμο για την δικαίωση αναρίθμητων ιδιοκτητών που επλήγησαν από ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΕΣ νομοθετικές διατάξεις και ρυθμίσεις εις βάρος των ιδιοκτησιών, ΧΩΡΙΣ την πρόνοια μεταβατικών διατάξεων.
Επίσης, η Ανώνυμος Τουριστική Εταιρεία Ξενοδοχεία Κρήτης, με την υπ’ αριθμ. 35332/05 προσφυγή της κατά της Ελλάδος, απευθύνθηκε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το οποίο με την απόφαση της 21ης  Φεβρουαρίου 2008 δικαίωσε την εταιρεία.
Έχει ιδιαίτερη αξία να δούμε το σκεπτικό της απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, το οποίο κυριολεκτικά αποκρούει τις αποφάσεις του ελληνικού κράτους τις χαρακτηρίζει δε, αυθαίρετες:
«Η προσφεύγουσα εταιρεία καταγγέλλει το απόλυτο “πάγωμα” της περιουσίας της εξαιτίας του χαρακτηρισμού του επίμαχου ακινήτου ως “ζώνης Α – απόλυτης προστασίας”. Ειδικότερα, υποστηρίζει ότι τόσο η πρακτική των διοικητικών αρχών όσο και η υπ’αρ. 982/2005 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας έχουν εκμηδενίσει την αξία της περιουσίας της, χωρίς ωστόσο να έχει προβλεφθεί οποιασδήποτε μορφής αποζημίωση προς αποκατάσταση.
Για την Κυβέρνηση, το επιβληθέν βάρος στην επίμαχη περιουσία εξυπηρετούσε νόμιμο σκοπό, και συγκεκριμένα αυτόν της προστασίας του πολιτιστικού περιβάλλοντος. Περαιτέρω, η Κυβέρνηση επιβεβαιώνει ότι το επίμαχο ακίνητο βρίσκεται εκτός σχεδίου πόλεως και, ως εκ τούτου, έχει ως αποκλειστικό προορισμό τη γεωργική, πτηνοτροφική και δασοπονική εκμετάλλευση, καθώς και την αναψυχή του κοινού.
Επί της ουσίας, η προσφεύγουσα αμφισβητεί την ορθότητα του εφαρμοσθέντος από το Συμβούλιο της Επικρατείας κριτηρίου, στο μέτρο που αυτό δεν λαμβάνει υπόψη του το γεγονός ότι το ακίνητο ήταν οικοδομήσιμο κατά το χρόνο απόκτησης της κυριότητάς του. Επ’ αυτού η προσφεύγουσα καταγγέλλει ότι οι περιορισμοί που επιβλήθηκαν διαδοχικά στο ακίνητό της εκμηδένισαν κατ’ ουσίαν την αξία του, γεγονός που συνιστά, στην πραγματικότητα, de facto απαλλοτρίωση.
Ωστόσο, η ανωτέρω απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας αποτέλεσε αμετάκλητη απόφαση εγχώριου δικαστηρίου, καθώς στο πλαίσιο της επίδικης διαδικασίας, δεν προβλέπεται κανένα ένδικο μέσο κατά της απόφασης αυτής.
Ενόψει όλων αυτών, το Δικαστήριο κρίνει ότι η προσφεύγουσα εταιρεία ορθώς αξιοποίησε τα ένδικα βοηθήματα που της αναγνωρίζει το ελληνικό δίκαιο. Θα πρέπει, επομένως, να απορριφθεί η ένσταση περί μη εξάντλησης των εσωτερικών ενδίκων μέσων, την οποία προέβαλε η Κυβέρνηση. Εξάλλου, το Δικαστήριο διαπιστώνει ότι η υπό κρίση προσφυγή δεν είναι προδήλως αβάσιμη, υπό την έννοια του άρ. 35 §3 της Σύμβασης. Το Δικαστήριο υπογραμμίζει εξάλλου, ότι η υπό κρίση προσφυγή δεν γεννά κανένα άλλο λόγο απαραδέκτου. Επομένως, θα πρέπει να θεωρηθεί παραδεκτή.
Tο Δικαστήριο δεν μπορεί να αποδεχθεί τη θέση της Κυβέρνησης ότι δεν υπήρξε παραβίαση του δικαιώματος της προσφεύγουσας εταιρείας στην ελεύθερη διάθεση των αγαθών της.
Μολαταύτα, η εκμετάλλευση του επίμαχου ακινήτου κατέστη τελικώς αδύνατη μέσω μιας σειράς διοικητικών πράξεων: στις 21 Ιουνίου 1984 ο Υπουργός Περιβάλλοντος απέρριψε το αίτημα έκδοσης οικοδομικής άδειας στο επίμαχο ακίνητο· στις 28 Ιουνίου 1984 ο Υπουργός Περιβάλλοντος προέβη στο χαρακτηρισμό της περιοχής όπου βρίσκεται η επίδικη έκταση ως “ζώνης Α – απόλυτης προστασίας”, δηλαδή, ζώνης στην οποία απαγορεύονται απολύτως η δόμηση και η εκμετάλλευση.
Tο Δικαστήριο θα πρέπει να  εξετάσει κατά πόσον η επέμβαση στο δικαίωμα της προσφεύγουσας εταιρείας να διαθέτει ελεύθερα τα αγαθά της υπήρξε δικαιολογημένη, υπό το πρίσμα της δεύτερης παραγράφου του άρ. 1 ΠΠΠ (βλ. Οικοδομικός Συνεταιρισμός Αναπήρων και Θυμάτων Πολέμου Αττικής κ.λπ. κατά Ελλάδος,προσφυγή υπ’ αριθμ. 35859/02, §36, της 13ης Ιουλίου 2006).
Ο νόμιμος σκοπός της προστασίας του φυσικού ή πολιτιστικού περιβάλλοντος, ανεξαρτήτως της σπουδαιότητάς του, δεν απαλλάσσει το Κράτος από την υποχρέωσή του να αποζημιώσει τους ενδιαφερόμενους όταν η επέμβαση στο δικαίωμά τους στην περιουσία είναι δυσανάλογη.
Ωστόσο, στη συγκεκριμένη περίπτωση, η απαγόρευση δόμησης υπήρξε αποτέλεσμα μιας σειράς διοικητικών πράξεων, οι οποίες κατέστησαν κενό περιεχομένου το αρχικώς αναγνωρισμένο από το εθνικό δίκαιο δικαίωμα.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ  ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΟΜΟΦΩΝΑ
1.      Κηρύσσει την προσφυγή παραδεκτή·
2.    Κρίνει ότι υπήρξε παραβίαση του άρ. 6 §1 της Σύμβασης
3.     Κρίνει ότι υπήρξε παραβίαση του άρ. 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Σύμβασης·
4.    Κρίνει ότι το ζήτημα της εφαρμογής του άρ. 41 της Σύμβασης παρέλκει· […]».


Β) Συμβούλιο της Επικτατείας

Μετά από πολύχρονους δικαστικούς αγώνες των μελών του Οικοδομικού Συνεταιρισμού Ιδιωτικών Υπαλλήλων και Εργατοτεχνιτών Νομού Αττικής, το ΣτΕ έκρινε κατά πλειοψηφίαν, ότι η διοίκηση, με τις ενέργειές της, δημιούργησε την εύλογη προσδοκία στα μέλη του συνεταιρισμού ότι η επίδικη έκταση 621 στρεμμάτων που είχαν αγοράσει στο Πόρτο Γερμενό θα ήταν οικιστικά αξιοποιήσιμη. Οφειλε, επομένως, να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες είτε για την απαλλοτρίωση είτε για την ανταλλαγή της.
Η δικηγόρος Κέλυ Σταμούλη, που χειρίζεται την υπόθεση, είπε ότι «με αγωγή που έχουν καταθέσει οι εκπρόσωποι του Συνεταιρισμού Εργατοτεχνιτών από το 1999 διεκδικούν συνολική αποζημίωση από το ελληνικό Δημόσιο 74 εκατομμυρίων ευρώ, ενώ η σημερινή τιμή ανά στρέμμα υπολογίζεται σε 117.388 ευρώ».
Σύμφωνα με την κ. Σταμούλη, τα μέλη του συνεταιρισμού υποβάλλονται για διάστημα περίπου 40 ετών σε μια φορολογική αιμορραγία υπέρ του ελληνικού Δημοσίου, ως ιδιοκτήτες ακινήτου, καθώς έχουν ήδη καταβάλει τεράστια ποσά για φόρους μεταβίβασης και ακίνητης πρεριουσίας, τη στιγμή που το Δημόσιο τους στερεί τη δυνατότητα να απολαύσουν την κυριότητά τους.
  Η υπόθεση αφορά ουσιαστικά εκατοντάδες συνεταιρισμούς (π.χ., δικαστικοί, δικηγόροι, δημοσιογράφοι και εκατοντάδες άλλες επαγγελματικές κατηγορίες) που είχαν αγοράσει «καλή τη πίστει» τα εν λόγω οικόπεδα ως οικοδομήσιμα ή αξιοποιήσιμα και με τις αλλαγές του Συντάγματος βρέθηκαν με μια περιουσία η οποία δεν μπορούσε να αξιοποιηθεί!
Το ΣτΕ έδωσε λύση σε ένα πρόβλημα που μετρά σχεδόν σαράντα χρόνια. Διότι τα περιουσιακά στοιχεία των συνεταιρισμών διαφόρων επαγγελματικών ομάδων πρακτικά αχρηστεύθηκαν, παρά το γεγονός ότι μεταγενέστερος νόμος (998/1979) προέβλεπε ότι οι εκτάσεις αυτές απαλλοτριώνονται υποχρεωτικά υπέρ του Δημοσίου ή ανταλλάσσονται με ίσης αξίας δημόσιες εκτάσεις.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας για πρώτη φορά στα νομικά χρονικά αποδέχθηκαν ότι «με τις ενέργειές της η Διοίκηση πριν την ισχύ του νόμου 998/79 δημιούργησε την εύλογη προσδοκία στον αιτούντα Συνεταιρισμό ότι η επίδικη έκταση θα ήταν οικιστικά αξιοποιήσιμη. Κατόπιν τούτων όφειλε η Διοίκηση να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες για την απαλλοτρίωση ή ανταλλαγή της δασικής εκτάσεως του αιτούντος Συνεταιρισμού κατ' εφαρμογή της διατάξεως της §3 του άρθρου 50 του νόμου 998/79 υπολογιζόμενης αξίας της έκτασης αυτής ως δασικής.
Για το λόγο αυτό μάλιστα «αναπέμπει την υπόθεση στη Διοίκηση για να προβεί στις απαιτούμενες νόμιμες ενέργειες σύμφωνα με το σκεπτικό παρούσας». Άλλωστε και η προηγούμενη απόφαση του ΣτΕ είχε αποδεχτεί τον ισχυρισμό, ότι η διοίκηση με τις ενέργειές της δημιούργησε την εύλογη προσδοκία στα μέλη του συνεταιρισμού ότι η επίδικη έκταση 621 στρεμμάτων που είχαν αγοράσει στο Πόρτο Γερμενό θα ήταν οικιστικά αξιοποιήσιμη. Όφειλε, επομένως, να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες είτε για την απαλλοτρίωση είτε για την ανταλλαγή της.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου